Συνέντευξη του Βοηθού Γενικού Διευθυντή της ΟΕΒ κου Μιχάλη Αντωνίου στην εφημερίδα “Σημερινή”, τεύχος Κυριακής 17 Ιανουαρίου 2016
1. Πως κρίνετε τις ενέργειες της κυβέρνησης στο θέμα των αποκρατικοποιήσεων; Συμφωνείτε με τους μέχρι στιγμής χειρισμούς;
Είναι γνωστή η θέση της ΟΕΒ σε σχέση με την ανάμειξη του Κράτους σε επιχειρηματικές δραστηριότητες. Το Κράτος ουδέποτε υπήρξε επιτυχημένος επιχειρηματίας υπό συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού και είναι ανώφελο να υποδύεται τον ξενοδόχο (βλέπε ξενοδοχείο «Φιλοξένια»), τον αρτοποιό (βλέπε ΠΕΑ), τον αερομεταφορέα (βλέπε Eurocypria και Κυπριακές Αερογραμμές), τον οργανωτή εκθέσεων (Αρχή Κρατικών Εκθέσεων) ή τον εκδοροσφαγέα (βλέπε Σφαγείο Κοφίνου) – για να αναφέρω μερικά παραδείγματα χρεοκοπημένων κρατικών επιχειρήσεων.
Συνεπώς θεωρούμε ορθή την επιλογή των αποκρατικοποιήσεων, κυρίως από στρατηγικής άποψης. Πιστεύουμε ότι η ολοκλήρωση των αποκρατικοποιήσεων αποτελεί θεμελιώδη μεταρρυθμιστικό στόχο για τον εκσυγχρονισμό της Κυπριακής οικονομίας. Ωστόσο, το «ποιοι» Οργανισμοί, το «πότε» και το «πώς» επαφίεται στην εκτελεστική εξουσία να το αποφασίσει με μοναδικό γνώμονα το δημόσιο συμφέρον.
Ο Νόμος Πλαίσιο παρέχει ευρύ φάσμα επιλογών για τον τρόπο επιτέλεσης μιας αποκρατικοποίησης. Η μορφή και το περιεχόμενο μπορεί να διαφέρει από Οργανισμό σε Οργανισμό, χωρίς να είναι αναγκαία η ιδιοκτησιακή αποξένωση από το Δημόσιο, χωρίς δηλαδή να επιβάλλεται η παραχώρηση κυριότητας στον επενδυτή ή τον χρήστη, στον μισθωτή ή τον επικαρπωτή. Σε κάθε περίπτωση επιβάλλεται εξατομικευμένη προσέγγιση με στόχο την μεγιστοποίηση του οφέλους. Επιβάλλεται ακόμα η διεξοδική διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους, έτσι ώστε από την μια να αποφευχθούν ζημιογόνες αντιδράσεις από (ολιγομελείς αλλά ιδιαίτερα ισχυρές) ομάδες συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στις επηρεαζόμενες οντότητες και από την άλλη να μην αφεθεί το Κράτος εκτεθειμένο στις μνημονιακές του υποχρεώσεις και μετέωρο στον μεταρρυθμιστικό του σχεδιασμό.
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, είναι κατανοητές οι δυσκολίες της Κυβέρνησης στο προκείμενο.
Δική μας επιδίωξη είναι να υποβοηθήσουμε την επιτυχή ολοκλήρωση της προσπάθειας και συνειδητά επιλέξαμε να μην διεκδικήσουμε λόγο στην ουσία των ρυθμίσεων. Ωστόσο, προειδοποιήσαμε ότι η άτεγκτη στάση κάποιων συνδικαλιστικών οργανώσεων θα εκφυλίσει την διαδικασία, οδηγώντας σε ατέρμονες συζητήσεις με μαξιμαλιστικές απαιτήσεις. Επισημάναμε τον κίνδυνο οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της διαδικασίας, να θέσουν εκ νέου την αξιοπιστία μας υπό διεθνή αμφισβήτηση. Υποδείξαμε ότι η διατήρηση της εκκρεμότητας, απειλεί όσα οι θυσίες των επιχειρήσεων και των εργαζομένων έχουν καταφέρει και κυρίως υποσκάπτει την προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας και επιστροφής σε συνθήκες ομαλότητας.
Για αυτούς ακριβώς τους λόγους, σχεδιάσαμε και υποβάλαμε στην Κυβέρνηση πρόταση νόμου για ρύθμιση των απεργιών στις ουσιώδεις υπηρεσίες, η οποία δυστυχώς δεν έχει υιοθετηθεί ακόμα. Η εφαρμογή της πρότασης μας, χωρίς να απαγορεύει την απεργία, οδηγεί στην εξεύρεση συναινετικών λύσεων αφού και οι δύο πλευρές θα έχουν ισότητα όπλων. Χωρίς την πρόταση της ΟΕΒ, το Κράτος είναι ανοχύρωτο απέναντι στην αυθαιρεσία, τον ετσιθελισμό και την αναλγησία, και οικονομία – κοινωνία παραμένουν όμηροι στις παράλογες απαιτήσεις μιας χούφτας προνομιούχων εργαζομένων.
Συνεπώς, αν σε κάτι ελέγχεται η Κυβέρνηση είναι ο δισταγμός στην προώθηση της πρότασης μας. Η άποψη που λέει ότι “δεν περνά από την Βουλή ρύθμιση των απεργιών”, είναι θύμα λανθασμένης αποτίμησης των αντανακλαστικών του Νομοθετικού Σώματος. Να σας θυμίσω ότι τον Μάρτη του 2012, η Βουλή ψήφισε σε νόμο πρόταση της προηγούμενης Κυβέρνησης για ρύθμιση των απεργιών σε μια από τις βασικότερες ουσιώδεις υπηρεσίες, τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας.
2. Αρκετοί είναι όσοι υποστηρίζουν (μεταξύ τους και η ΟΕΒ) πως η κυβέρνηση έχει δώσει γην και ύδωρ στους εργαζόμενους στους ημικρατικούς οργανισμούς προκειμένου να εξασφαλίσει την συγκατάθεση τους για ιδιωτικοποιήσεις. Πώς σχολιάζετε;
Από την αρχή ξέραμε ότι οι μεταρρυθμίσεις, και κυρίως αυτές που αφορούν τους προνομιούχους εργαζομένους, θα γίνουν με δυσκολία. Αμέσως μετά την σύναψη του Μνημονίου, στην πρώτη κιόλας συνάντηση μας με τους επικεφαλής της Τρόϊκας, εξηγήσαμε ότι η μακρά παράδοση κοινωνικού διαλόγου, αποτελεί ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της οικονομίας μας. Η ΟΕΒ γνώριζε και αποδεχόταν ότι η διατήρηση της εργατικής και κοινωνικής ειρήνης είναι συνθήκη απολύτως αναγκαία για έξοδο από την κρίση στην οποία είχαμε βρεθεί. Ξέραμε δε ότι η ειρήνη έχει κόστος βαρύ, αλλά ελπίζαμε ότι δεν θα ήταν βαρύτερο από το κόστος της σύγκρουσης.
Το Κράτος όμως έχει υπερβεί όλες τις κοινωνικά και οικονομικά αποδεχτές ρυθμίσεις, διασφαλίζοντας εσαεί κατά τρόπο πρωτόγνωρο όλα τα ισχύοντα εργατικά και συνταξιοδοτικά προνόμια με ιλιγγιώδη δαπάνη για τον φορολογούμενο. Το Κράτος ακόμη, έδωσε στους εργαζόμενους κάθε πιθανή και απίθανη επιλογή, περιλαμβανομένης και της μεταφοράς τους στην Δημόσια Υπηρεσία, ανοίγοντας έτσι νέα απειλητικά κενά στις μνημονιακές υποχρεώσεις και στην αξιοπιστία των μεταρρυθμίσεων.
Παρόλαυτα, οι ηγεσίες κάποιων συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν ικανοποιούνται με τίποτα.
Η πλήρης άρνηση τους να συνεργαστούν ακόμα και με μια ετεροβαρή και σκανδαλωδώς ευνοϊκή γι’ αυτούς ρύθμιση, πλέον συνιστά απειλή για όλους τους υπόλοιπους. Συνιστά απειλή εναντίον όσων έχουν με οδυνηρές θυσίες συμβάλει στην διάσωση του τόπου και με απερίγραπτες απώλειες έχουν “βάλει πλάτη” για την σταθεροποίηση της οικονομίας. Απειλή εναντίον των χιλιάδων επιχειρηματιών που είδαν το βιός τους να εξαϋλώνεται και των μυριάδων εργαζομένων που είδαν το εισόδημα τους να κατακερματίζεται για να διασωθούν οι επιχειρήσεις και οι θέσεις εργασίας.
Η πολιτική του κατευνασμού απέναντι σε αυτούς που τα θέλουν όλα αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις των πράξεων τους στους εξαντλημένους συμπολίτες τους, δεν πρόκειται να φέρει τον έντιμο συμβιβασμό που επιδιώκει πολιτεία και κοινωνία. Αντίθετα, οι συνεχείς προσφορές ενισχύουν την ακαμψία και θρέφουν τις παράλογες απαιτήσεις.
3. Σε σχέση με την πιο πάνω ερώτηση, πολλοί υποστηρίζουν πως για να προσφέρει τόσα πολλά και τόσο απλόχερα το κράτος στους εργαζόμενους, έχει τους λόγους του. Για παράδειγμα έτοιμους επενδυτές, εξυπηρέτηση συμφερόντων κλπ. Ποια η δική σας εκτίμηση;
Όπως σας εξήγησα, η προνομιακή μεταχείριση των εργαζομένων στους ημικρατικούς οργανισμούς, οφείλεται στο ότι το Κράτος ως εργοδότης δεν έχει κανένα αμυντικό μηχανισμό έναντι των απεργιών.
Στην ως τώρα ιστορία μας, λίγες ήταν οι φορές που χρειάστηκε να γίνει απεργία στις ουσιώδεις υπηρεσίες, αφού και η απλή απειλή για προσφυγή σε απεργία, ήταν αρκετή για να ενδώσει η εργοδοτική πλευρά στις όποιες συντεχνιακές απαιτήσεις. Καμία Κυβέρνηση η ΔΣ Οργανισμού δεν μπορούσε να διακινδυνεύσει να βρεθεί η χώρα χωρίς ηλεκτρική ενέργεια, ή να κλείσουν τα αεροδρόμια στην καρδιά του καλοκαιριού, ή να κλείσουν οποτεδήποτε τα λιμάνια ή να αναστείλουν τις πτήσεις τους οι Κυπριακές αερογραμμές την εποχή που ήταν ουσιαστικά ο μόνος αερομεταφορέας.
Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκαν εργασιακά και συνταξιοδοτικά ωφελήματα, ασύλληπτα για τον εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα. Ο συνδικαλισμός παραμένει πανίσχυρος εκεί που ελέγχει τους “διακόπτες” που τροφοδοτούν με ηλεκτρισμό νοικοκυριά και επιχειρήσεις και που επιτρέπουν την είσοδο και την έξοδο επιβατών και εμπορευμάτων σε μια χώρα νησί. Η Κυβέρνηση προσφέροντας γη και ύδωρ, αποσκοπούσε στην συγκατάβαση και την συνεργασία για μια ομαλή κατά τα άλλα μετάβαση στο νέο καθεστώς. Υποτίμησε όμως την ανισότητα όπλων στην διαπραγμάτευση. Στα μόνιμα “όχι” και την απόλυτη αδιαλλαξία των συντεχνιών, το Κράτος μόνο εκκλήσεις μπορεί να απευθύνει γνωρίζοντας ότι αν προχωρήσει με την υλοποίηση των σχεδιασμών, έστω κι αν διασφαλιστούν πλήρως τα δικαιώματα των εργαζομένων, οι συντεχνίες μπορούν να προκαλέσουν ολική παράλυση στην κοινωνία και την οικονομία.
4. Πώς κρίνετε τις αντιδράσεις των εργαζομένων; Δεν βρίσκετε ότι έχουν δίκιο να επιμένουν σε εκσυγχρονισμό των ημικρατικών αντί σε πώληση τους; Πιστεύετε πως μπορεί να υπάρξει εκσυγχρονισμός και αναδιοργάνωση ώστε να λειτουργήσουν στο μέλλον περισσότερο αποδοτικά και λιγότερα «υδροκέφαλα» οι ημικρατικοί οργανισμοί;
Οι περισσότεροι εργαζόμενοι έχουν αρνητικά αντανακλαστικά στην αλλαγή και κατανοούμε τις επιφυλάξεις τους. Όμως από την άλλη, οργανισμοί που δεν αλλάζουν, που δεν προσαρμόζονται στα αενάως διαφοροποιούμενα δεδομένα, είναι καταδικασμένοι σε μαρασμό και εξαφάνιση. Και είναι χρέος του ιδιοκτήτη των οργανισμών να πάρει τις επιβαλλόμενες αποφάσεις έγκαιρα.
Η ΟΕΒ έχει τονίσει σε πολλές ευκαιρίες, ότι η μετάβαση στο νέο καθεστώς αξιοποίησης του εθνικού πλούτου, πρέπει να γίνει με την αξιοποίηση της τεχνογνωσίας του ανθρώπινου δυναμικού που υπηρετεί αυτό τον πλούτο.
Όμως ταυτόχρονα πιστεύουμε ότι καμιά προσπάθεια εκσυγχρονισμού δεν έχει ελπίδες επιτυχίας, χωρίς απαλλαγή των ημικρατικών μας οργανισμών από τα βαρίδια του δημόσιου δικαίου. Μόνο η μετατροπή τους σε επιχειρήσεις ιδιωτικού δικαίου θα απελευθερώσει την δυναμική τους και θα μεγιστοποιήσει την παραγωγικότητα και αποδοτικότητα τους. Όπως δε σας έχω ήδη πει, η αποκρατικοποίηση δεν είναι συνώνυμη της εκχώρησης κυριότητας, της πώλησης δηλαδή των οργανισμών και της πλήρους αποχώρησης του δημοσίου από την μετοχική ή διαχειριστική σύνθεση.
Η ΟΕΒ δεν θεωρεί “υδροκέφαλο” κανένα από τους υπό αποκρατικοποίηση οργανισμούς. Όλοι όμως οι ημικρατικοί, έχουν σοβαρές στρεβλώσεις και κάποιοι εξ αυτών αντιμετωπίζουν κινδύνους που συνεχώς επιδεινώνονται με την σημερινή τους μορφή.
5. Πιστεύετε πως όντως τίθεται σε κίνδυνο η εθνική ασφάλεια με την ιδιωτικοποίηση της ΑΤΗΚ, για παράδειγμα; Αν ναι, υπάρχει τρόπος κατοχύρωσης;
Η πτυχή της εθνικής ασφάλειας έχει τεθεί από πρόσωπα με ειλικρινή πρόθεση να ληφθεί υπόψη στους σχεδιασμούς και να απαντηθεί κατά τρόπο ικανοποιητικό στις τελικές ρυθμίσεις. Όμως από ένα σημείο και μετά, η πτυχή αυτή μετατράπηκε από τους διαπρύσιους πολέμιους των αποκρατικοποιήσεων, σε “μπαμπούλα”, σε εργαλείο μόχλευσης των δικαιολογημένων ανησυχιών της κοινής γνώμης από την κατοχή της μισής μας πατρίδας προκειμένου να βρουν σύμμαχους στον αγώνα κατά των αποκρατικοποιήσεων.
Η ΟΕΒ άκουσε προσεχτικά όσους με σοβαρότητα έχουν εγείρει το θέμα και συμφώνησε ότι πρέπει να μελετηθεί σε βάθος και να μπουν τέτοιες και τόσες δικλείδες ασφαλείας, που θα εξουδετερώνουν κάθε λογής κινδύνους για την εθνική ασφάλεια.
Υποψιάζομαι ότι θα φανεί παράδοξο στον αναγνώστη, αλλά η Κύπρος δεν είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που προχωρά με αποκρατικοποιήσεις έχοντας ανοιχτά σοβαρά ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία, για να αναφέρω μόνο μερικές, έχουν μεταβάλει το ιδιοκτησιακό ή επιχειρησιακό καθεστώς τέτοιων οργανισμών, έχοντας ως βασική έγνοια, την κάλυψη των απαιτήσεων της εθνικής ασφάλειας.
Από την εμπειρία των χωρών αυτών και άλλων εταίρων μας, μπορούμε να αντλήσουμε την αναγκαία τεχνογνωσία και να κλείσει για πάντα η πρόταξη της ασφάλειας ως πρόφασης για ακύρωση των αποκρατικοποιήσεων.
6. Θεωρείτε λειτουργική τη φόρμουλα απορρόφησης στο δημόσιο τομέα, των εργαζομένων στους ημικρατικούς; Αυτό δεν θα μεγαλώσει ακόμα περισσότερο τη δημόσια υπηρεσία; Είναι άλλωστε γνωστή η μόνιμη αγωνία της ΟΕΒ για το μέγεθος της δημόσιας υπηρεσίας…
Έχετε δίκαιο ότι η μεταφορά εργαζομένων από τον ημιδημόσιο στον δημόσιο τομέα, υποσκάπτει την προσπάθεια περιορισμού του κρατικού μισθολογίου και συνιστά απειλή για την δημοσιονομική πειθαρχία. Η λύση ενός προβλήματος δεν μπορεί να οδηγεί στην δημιουργία ενός άλλου. Είναι αδύνατο για την ΟΕΒ να δεχτεί εκ νέου διόγκωση του κρατικού μισθολογίου με την προσθήκη χιλιάδων νέων εργαζομένων – μεταταχθέντων από τους ημικρατικούς.
Είναι κυρίως το κρατικό μισθολόγιο και οι αστόχευτες κοινωνικές δαπάνες που προκάλεσαν το χρέος των 19 δισεκατομμυρίων. Αν θέλουμε να τελειώνουμε με τις ασύγγνωστες αυτές πρακτικές και να μην κληροδοτήσουμε σε εγγόνια και δισέγγονα χρέη επαχθή (για αυτά) και επονείδιστα (για εμάς), πρέπει να αρχίσουμε να παράγουμε πρωτογενή πλεονάσματα για να υπηρετούμε τα χρέη που έχουμε συσσωρεύσει. Και αυτό είναι αδύνατο να γίνει αν γιγαντώσουμε ξανά το δημόσιο.
7. Ένα γενικότερο σχόλιο. Πως βλέπετε να διαμορφώνεται η κατάσταση στην οικονομία το επόμενο διάστημα;
Η μεγάλη νύχτα που άρχισε πριν από πέντε χρόνια, σιγά σιγά ξημερώνει, σιγά σιγά γλυκοχαράζει. Οι παραγωγικές δυνάμεις κατάφεραν να φέρουν την ελπίδα και την προοπτική με σκληρή δουλειά και ανείπωτες θυσίες, με απώλειες που δεν έχουν προηγούμενο σε καιρό ειρήνης. Όμως η σταθεροποίηση που πετύχαμε είναι εύθραυστη και ο κίνδυνος δεν έχει παρέλθει. Επιβάλλεται διατήρηση της ψυχραιμίας, της πειθαρχίας και της αισιοδοξίας.